- φιλιππικός
- Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (711 – 713). Αρμένιος στην καταγωγή, ήταν ο επικεφαλής της επανάστασης που ξέσπασε ενάντια στον Ιουστινιανό B’ τον Ρινότμητο, η οποία μάλιστα υποστηριζόταν από τους Χαζάρους (710). Ο Αρμένιος Βαρδάνης, που αργότερα μετονομάστηκε Φ., εμφανίστηκε με τον στόλο του στην Κωνσταντινούπολη, εκθρονίστηκε ο Ιουστινιανός B’ και σκοτώθηκε ο διάδοχός του Τιβέριος. Έτσι, ο Φ. έγινε η απαρχή του χάους της Βυζαντινής αυτοκρατορίας κατά τον 8o αι., κυρίως εξαιτίας της υποκίνησης του πολέμου ενάντια στη λατρεία των εικόνων. Με διάταγμα απέρριψε τις αποφάσεις της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου και επέβαλε τον μονοθελητισμό ως μόνη επιτρεπτή διδασκαλία. Λίγο αργότερα όμως ανατράπηκε η κατάσταση εξαιτίας της επανάστασης του θέματος του Οψικίου (3 Ιουνίου 713), και ο Φ. εκθρονίστηκε και τιμωρήθηκε με τύφλωση.
* * *-ή, -ό / φιλιππικός, -ή, -όν, ΝΑ [Φίλιππος]1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Φίλιππο2. το αρσ. ως ουσ. ο φιλιππικός·μτφ. σφοδρό κατηγορητήριο3. φρ. «Φιλιππικοί λόγοι» ή, απλώς, «οι Φιλιππικοί» — οι λόγοι που εκφώνησε ο Δημοσθένης εναντίον τού βασιλιά Φιλίππου Β'αρχ.φρ. α) «Φιλιππικαὶ ἱστορίαι» ή, απλώς «Φιλιππικά» — τίτλος έργου τού θεοπόμπου, ιστορικού από τη Χίο, στο οποίο ο συγγραφέας, αρχίζοντας με την άνοδο τού Φιλίππου Β', χρησιμοποιεί το πλαίσιο τού κυρίαρχου φιλιππικού θέματος για να εγγράψει σε αυτό μια παγκόσμια ιστορία τών ετών 359-336 π.Χ. με μια χορεία εκτενών παρεκβάσεων.
Dictionary of Greek. 2013.